ΔΥΟ ΗΛΙΟΙ ΣΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ

Βία, αιρέσεις, συνωμοσίες, παιχνίδια εξουσίας και προσωπικές συγκρούσεις, ως θέατρο της Ιστορίας, στην περιοχή της Αντιόχειας. Στην μεγάλη παράδοση των ταινιών που έλκονται από την παράξενη, όσο και αμφίδρομη σχέση “διώκτη-διωκόμενου”, αλλά εκτός της ελληνικής κινηματογραφικής παράδοσης που (με εξαίρεση, ίσως, το “Δοξόμπους” του Φώτου Λαμπρινού) απέφευγε για πολύν καιρό να “πατήσει” το άβατον της πρωτοχριστιανικής και βυζαντινής Ελλάδας, η ταινία του Γιώργου Σταμπουλόπουλου πραγματοποιεί το σχεδόν ακατόρθωτο. Τοποθετώντας τη δράση της ταινίας του στα τέλη του 4ου αιώνα μ. Χ., στο Βυζάντιο που σπαράσσεται ανάμεσα στην Ανατολή και τη Δύση, ανάμεσα στη φαντασμαγορία της λογικής και τη λογική της φαντασμαγορίας, ανάμεσα στην πτώση των θεών και την άνοδο του Θεού, ο Γ. Σταμπουλόπουλος ακροβατεί με επιτυχία στο μεταίχμιο του μεγάλου θεάματος και του φιλοσοφικού στοχασμού, χωρίς ν’ αφήνει ποτέ τις προδιαγραφές του πρώτου να πνίγουν τον δεύτερο. Δύο εκπληκτικοί χαρακτήρες (ο Λάζαρος ο Καππαδόκης και ο Τιμόθεος ο Σκηνικός) διατρέχουν ένα ασυνήθιστο τοπίο του ελληνικού κινηματογράφου, όπου ο σκηνοθέτης δεν διστάζει να προσμείξει, επιδράσεις των ιστορικών τοιχογραφιών και απόηχους από τις “Βάκχες” του Ευριπίδη.

Από την ιστοσελίδα του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου

Το “Δύο ήλιοι στον ουρανό” του Γιώργου Σταμπουλόπουλου, δεν έτυχε επαρκούς δημοσιότητας, όταν προβλήθηκε βιαστικά στο κοινό, εκτός περιόδου. Στη Θεσσαλονίκη παρουσιάστηκε σε Ειδική Προβολή. Η ταινία, μια εξαιρετικά φιλόδοξη παραγωγή αντιμετώπισε σοβαρές αντιξοότητες και γι’ αυτό πάσχει, από έλλειψη “όγκου” σε σκηνές πλήθους, συγκρούσεων, και από μια ελλειπτικότητα αφηγηματική, που αντικαταστάθηκε από αφήγηση. Πιο σοβαρό είναι το πρόβλημα του σεναριακού πυρήνα, που σχετίζεται συμβολικά μια παράσταση των “Βακχών”, με μια σύγκρουση των μυστικών φυσικών δυνάμεων και της αρχαίας θρησκείας του Διονύσου (…) Όμως, αν η ταινία παγώνει, ο Σταμπουλόπουλος, με θαυμαστή συνέπεια ενστερνίζεται, αξιοποιεί την αδυναμία. Δημιουργεί μια υποβλητική τελετουργικότητα, ρυθμισμένη από τον μεστό αφηγηματικό λόγο, τα τύμπανα και τη μουσική, τη χορογραφία των κινήσεων, προσώπων, εικόνων και της διαδοχής τους. Κτίσματα γνωστά, αρχαία, ή αρχαιοπρεπή, κατακόμβες και λουτρά, φυσικά πλαίσια, συνδυάζονται με τα εξαιρετικά σκηνογραφικά στοιχεία, τις ενδυμασίες, τις μάσκες, με τους φωτισμούς και τις χρωματικές και φωτογραφικές αρμονίες αλλά και τις ενδιαφέρουσες μορφές των ηθοποιών. Το φιλμ μας υποβάλλει αισθητικά, και ποιητικά σχεδόν το ρίγος αυτού του “άλλου”.

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ (Γιάννης Μπακογιαννόπουλος), 11-11-1992

Ο Σταμπουλόπουλος αφηγείται την ιστορία του με εικαστικά θαυμάσιες εικόνες (η επιλογή των χώρων είναι πραγματικά εξαιρετική) κι ένα στιλ που φέρνει στο νου τον Ταρκόφσκι σε ένα σενάριο περισσότερο από όσο χρειάζεται αποδραματοποιημένο, που δημιουργεί χάσματα στο ρυθμό της ταινίας. Στα θετικά της ταινίας η έξοχη φωτογραφία του Δημήτρη Παπακωνσταντή, τα σκηνικά του Μικέ Καραπιπέρη και η μουσική του Μιχάλη Χριστοδουλίδη.

ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ (Ν. Φ. Μικελίδης), 10-11-1992

Η ταινία “Δύο ήλιοι στον ουρανό” του Σταμπουλόπουλου ενός σκηνοθέτη με αξιοπρεπέστατο κινηματογραφικό παρελθόν και δεν υπήρχε στο επίσημο πρόγραμμα (…) το φιλμ πρέπει να ξεκίνησε με τεράστιες φιλοδοξίες. Γυρίσματα εδώ και έξω από δω, θέμα θαυμάσιο, ηθοποιοί εκλεκτοί, ένας σκηνοθέτης που δεν έχει κάνει κακή ταινία στη ζωή του, όχι τώρα που είναι και πεπειραμένος! (…) Ευγενείς κινηματογραφικοί στόχοι, λοιπόν, και όχι κανένα φιλμάκι για να το χαρούν οι ευαίσθητες της γειτονιάς. Όμως εκείνο που κυρίως μένει από την ταινία είναι οι θαυμάσιοι χώροι, οι καλοί ηθοποιοί, η τεράστια προσπάθεια για το ζωντάνεμα της εποχής, προσπάθεια που εν πολλοίς έχει πετύχει. Πιστεύω πως με τα τριπλάσια χρήματα θα είχε γυριστεί ένα σπουδαίο έργο.

ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ (Ροζίτα Σώκου), 11-11-1992

Πρόκειται για εξαιρετικά φιλόδοξη δημιουργία (…) Όμως η φιλοδοξία του σκηνοθέτη στρέφεται πρώτιστα στην ανάδειξη της πνευματικής σύγκρουσης που έλαβε χώρα κατά τον 4ο μ. Χ. αιώνα στις περιοχές της Ανατολικής Μεσογείου, στο ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, που μετασχηματιζόταν στο γνωστό μας (ή άγνωστο;) Βυζάντιο. (…) Τι αντίκτυπο όμως μπορεί να έχει για μας σήμερα μια “ιστορική” ταινία, και με ποιές προϋποθέσεις συντίθεται;

[Σε αναζήτηση μοντέλου]

Δυστυχώς, σήμερα, μια ταινία που καταπιάνεται με το πρόβλημα ανασυγκρότησης του ιστορικού χρόνου δεν έχει παρά δύο δρόμους να ακολουθήσει: είτε θα ακολουθήσει το μοντέλο που έχει επιβάλλει ο αμερικανικός κινηματογράφος (ηρωοποίηση των χαρακτήρων, συμβατική δραματουργία, προσθήκη κάποιου κομφορμιστικού επιμύθιου) είτε θα αποπειραθεί την αποδόμηση του παραδοσιακού αναπαραστατικού μοντέλου με τον κίνδυνο να καταλήξει σε μια εκτοπλασματική εκδοχή του κινηματογράφου του Γιαντσό. Οι ενδιάμεσες προσπάθειες συνιστούν μεικτό είδος, αλλά παράνομο… Το γεγονός ότι οι χαρακτήρες που χρησιμοποιεί ο Σταμπουλόπουλος είναι φορείς συγκρουόμενων κοσμοαντιλήψεων δεν ακυρώνει, πιστεύουμε, την ανάγκη πειστικής σκιαγράφησης των προσώπων που παίρνουν ζωή στο φιλμικό χώρο (…) διόλου παράξενο λοιπόν το γεγονός ότι η μοναδική σκηνή της ταινίας που παρουσιάζει τους δύο ήρωες να συνδιαλέγονται, επιθετικά, αλλά και συνυπάρχουν στον ίδιο χώρο μετά τη σύλληψη του Τιμόθεου (έστω και με φράσεις σλόγκαν) είναι ίσως η καλύτερη σκηνή της ταινίας (…)

ΕΠΟΧΗ (Κώστας Τερζής), 20-9-1992

Κριτική εξειδικευμένων περιοδικών

Είχε καιρό να φανεί κάποιο φώς στο σκοτεινό χώρο του ελληνικού κινηματογράφου. Ενός κινηματογράφου, που εγκλωβισμένος άλλοτε σε πολιτικά σχήματα και άλλοτε σε κακέκτυπα αμερικάνικων ταινιών είχε καταντήσει απλά και μόνο φερέφωνο ιδεολογιών που εξαφανίζονται μαζί του. Αυτή τη φορά όμως το φώς μπόρεσε να εισδύσει στα στεγανά του από τους “δυο ήλιους” του Γιώργου Σταμπουλόπουλου (…) Μακάρι κι άλλοι στους διάφορους τομείς του πνεύματος και του πολιτισμού, που σήμερα μοιάζουν να βρίσκονται σε λήθαργο, να αφυπνιστούν εγκαίρως και ο καθένας να μπορέσει με τη σειρά του να προσφέρει σ’ αυτήν την προσπάθεια της νέας “ελληνογένεσης”, που κτυπάει δυναμικά το κατώφλι του 21ου αιώνα.

ΔΑΥΛΟΣ (Ευάγγελος Μπεξής), Νοέμβριος 1992
(πρόλογος/επίλογος συνέντευξης)

Ο σκηνοθέτης (και σεναριογράφος) Γιώργος Σταμπουλόπουλος τοποθετεί, την κάμερά του σε κριτική απόσταση, καταγράφοντας τα διαδραματιζόμενα μέσα από μια ματιά τεκμηριωμένου μέτρου, αποδίδοντας τόσο το θεϊκό όσο και το ανθρώπινο, μέσα από ανθρώπινα και φυσικά μεγέθη. Δεν αυθυποβάλλει τον θεατή, αλλά αντίθετα τον κάνει συμμέτοχο της δράσης, σπρώχνοντάς τον στην ενεργητική θέαση, και στη συνειδητή τοποθέτηση (…) Ο χορός, τα τελετουργικά σε θέατρα, σε ναούς και σε ιερά άντρα, έχουν τις διαστάσεις, τη φόρμα και τη λειτουργικότητα των “χορικών” της Αρχαίας Τραγωδίας (…) Οι “ΔΥΟ ΗΛΙΟΙ ΣΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ”, είναι μια ταινία που και σαν περιεχόμενο και σαν φόρμα λειτουργεί σαν αποκάλυψη μιας θαμμένης κι ωστόσο ζωντανής αλήθειας κι ομορφιάς. Μέσα σ’ όλα αυτά, στέκει μια καινούργια θέση-πρόταση του δημιουργού της, απέναντι στα γνωστά και κάπου καθηλωμένα πλαίσια της σύγχρονης κινηματογραφικής δημιουργίας. Νεοελληνικής και ξένης.

ΔΙΙΠΕΤΕΣ (Δημήτριος Παστελάκος), Μάρτιος 1992
(πρόλογος συνέντευξης)

*Η ταινία, που βγήκε επεισοδιακά στον κινηματογράφο “Έμπασυ” τον Σεπτέμβριο του 1992 (εκτός περιόδου, με διακοπές ηλεκτρικού στη διάρκεια της προβολής και 38ο υπό σκιά), αγνοήθηκε από μεγάλο μέρος της κριτικής.

Το ίδιο έγινε και στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης που ακολούθησε όπου, για λόγους τυπικούς (;) ‒σύμφωνα με τον   διευθυντή του‒ προβλήθηκε την πρώτη μέρα “εκτός συναγωνισμού’