Με τις προηγούμενες ταινίες του, ο Γιώργος Σταμπουλόπουλος μας είχε δώσει δείγματα των κινηματογραφικών του ικανοτήτων. Η καινούργια του ταινία επιβεβαιώνει αυτή την υπόσχεση (…) Πρόκειται για ένα έντονα βίαιο θρίλερ με πολλές εικόνες που προκαλούν σοκ, μια δυνατή δουλειά από όλες τις πλευρές, η οποία θα βρει το δρόμο της στα κινηματογραφικά ταμεία (…) Ο Σταμπουλόπουλος έχει χτίσει μια βίαιη ατμόσφαιρα φορτωμένη με σεξουαλική λαγνεία και με αγριότητα, και την ξεδιπλώνει με έναν γρήγορο ρυθμό μέχρι την τελική κλιμάκωση.
VARIETY (Rena), 9-11-1983
Μια ταινία, το “Προσοχή κίνδυνος!”, (…) έδειξε να έχει αυτό που οι “ξένες” ταινίες χρειάζονται: μια ιστορία που να αποτελεί το πορτραίτο εθνικών χαρακτήρων και που να είναι αρκετά καλοφτιαγμένη ώστε να μπορεί να έχει διεθνή απήχηση, δηλαδή εμπορικές δυνατότητες. (…) Η ταινία κινείται γρήγορα, και είναι εξαιρετικά κινηματογραφημένη από τον Δημήτρη Παπακωνσταντή και μονταρισμένη από τον Καρύδη Φούξ. Ο Σταμπουλόπουλος είναι ξεκάθαρο πως είναι κατά κάποιον τρόπο ύποπτος στο περίπλοκο παρασκήνιο του σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου, επειδή στην διάρκεια της δικτατορίας αντί να γυρίζει ταινίες έκανε πολυάριθμα διαφημιστικά σποτ. Η σκηνοθεσία του και οι ξεκάθαρες ιδέες του έχουν προφανώς επωφεληθεί από αυτή την εμπειρία.
Το “Προσοχή κίνδυνος” δείχνει πραγματικό ταλέντο και θα φαινόταν να έχει δυνατότητες πέρα από τα εθνικά σύνορα.
SCREEN INTERNATIONAL (Anne Head), 29-10-1983
Αυτό το σκληρό θρίλερ με τις πολιτικές αναφορές έχει σκηνοθετηθεί εκπληκτικά από τον Γιώργο Σταμπουλόπουλο (…) Το “Προσοχή κίνδυνος” κέντρισε το ενδιαφέρον στο φεστιβάλ ταινιών του Βερολίνου.
VERONICA (Hilversum-Ολλανδία), 14-04-19
Η πρώτη ταινία που χειροκροτήθηκε από σύσσωμο το κοινό είναι το “Προσοχή κίνδυνος” του Γιώργου Σταμπουλόπουλου (…) Το φιλμ είναι σφιχτό, μ’ έναν τρομακτικό ρυθμό, που δεν χαλαρώνει παρά μόνο σε κάτι ξεκινήματα σκηνών (…) Γενικά, το ξαναλέω, οι καθαρά τεχνικές αυτές αντιρρήσεις είναι απειροελάχιστες και η ταινία έχει ένα μοντάζ για το οποίο θα έπρεπε να δοθεί ένα τεράστιο βραβείο στον Ντίντη Καρύδη-Φούκς, γιατί δεν ξέρω αν το ‘χουμε ξαναδεί. Ο Σταμπουλόπουλος, γενικά, πέτυχε σε όλες τις επιλογές του.
ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ (Ροζίτα Σώκου), 6-10-1983
(…) μια βίαιη ταινία, ένα θρίλερ που κυριαρχείται από την εγκληματική δράση μιας οικογένειας στο απομονωμένο νταμάρι ενός χωριού (…) η ταινία έχει ένα γρήγορο γύρισμα, ένα γνήσιο κινηματογραφικό ρυθμό που θυμίζει καλά στοιχεία από ξένες ταινίες.
ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΗ (Νώντας Μανωλίτσης), 7-10-1983
Με την ταινία “Προσοχή κίνδυνος” σημειώνεται η ενδιαφέρουσα επιστροφή του Γιώργου Σταμπουλόπουλου, ενός αξιόλογου Έλληνα δημιουργού, που είδε διάφορα φιλόδοξα σχέδιά του να ματαιώνονται τα τελευταία χρόνια από λογοκριτικές επεμβάσεις. Και η παρουσία του έφερε στο Φεστιβάλ έναν αέρα σίγουρου επαγγελματισμού του, εκφραστικής και τεχνικής στερεότητας, από το σενάριο ως την τελική μορφή του προϊόντος. Για να αποκτήσει παράδοση ο ελληνικός κινηματογράφος, που θα του επιτρέπει την ανατροφοδότησή του, χρειάζεται πολλές τέτοιες συνεισφορές και τη σταθερή παρουσία του Σταμπουλόπουλου στην παραγωγή.
Το “Προσοχή κίνδυνος” είναι ένα στυγερό δράμα (…) Ένα τέτοιο τρομερά φορτωμένο δράμα δεν θα μπορούσε βέβαια να σταθεί, αν δεν το έβλεπε ο Σταμπουλόπουλος μεταφορικά, σαν συμπύκνωση πρωτόγονων ενστίκτων, βίας και πολιτικής σύγκρουσης, που μαστίζουν ιστορικά τον ελληνισμό.
Και πραγματικά, τοποθετεί μέσα σ’ έναν κύκλο-κρατήρα αυτή την οικογένεια, ένα νεκροταφείο όπου διαιωνίζεται μια βαρβαρική παράδοση, εκπέμποντας τις θανατερές αναθυμιάσεις της ως τη μικρή κοινωνία του χωριού (…) Πολύ μεγαλύτερη δύναμη έχει ο Σταμπουλόπουλος στα γενικά πλάνα του. Νυχτερινές εικόνες του βρεγμένου δρόμου, του νταμαριού με τα ξεκοιλιασμένα αυτοκίνητα, του στεφανιού του κρατήρα μέσα σε αμφίβολο γαλαζωπό φώς, των μορφών που κυνηγιούνται άγρια στο ημίφως, όλα πλάθουν μια οπτική κόλαση. Την ίδια σημασία έχει η υλικότητα. Αισθάνεσαι τα αγριοβούνια, παγώνεις από τα χιόνια και τις ομίχλες, τραυματίζεσαι από τα κοτρώνια και παλιοσίδερα, επιθυμείς τη ζέστη του χαμόσπιτου και του κορμιού της Μόρφως. Αυτά στηρίζουν την ταινία, πέρα από την τεχνική αρτιότητα της δουλειάς του Σταμπουλόπουλου.
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ (Γιάννης Μπακογιαννόπουλος), 7-10-1983
(…) ο Σταμπουλόπουλος μοιάζει να μεταφέρει ατόφια στην ελληνική πραγματικότητα στοιχεία και καταστάσεις του ξένου κινηματογράφου, ιδιαίτερα του αμερικάνικου (στο νου έρχονται ταινίες όπως το “Όταν ξέσπασε η βία” του Μπόρμαν ή το “Αίμα στο δρόμο” του Ώλντριτς). Κινηματογραφικά όμως πρέπει να παραδεχτούμε πως ο σκηνοθέτης κατάφερε να δώσει το ρυθμό και τη δύναμη που σπάνια συναντάμε σε ελληνικές ταινίες. Ο θεατής παρακολουθεί με σασπένς την όλη δράση κι ο Σταμπουλόπουλος δημιουργεί μιαν ατμόσφαιρα αποπνιχτική απ’ όπου δεν λείπει ένας έντονος ερωτισμός.
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ (Ν. Φ. Μικελίδης), 7-10-1983
Ανάσανε επιτέλους το Φεστιβάλ με την ταινία του Γιώργου Σταμπουλόπουλου “Προσοχή κίνδυνος” τη μόνη που χειροκροτήθηκε ως τώρα χωρίς “παραφωνίες”.
(…) Βέβαια η φρίκη των εγκλημάτων του ήρωα ξεπερνάει αυτά που έχουμε συνηθίσει να ακούμε έστω και για το ελληνικό χωριό. Είναι μια φρίκη που θυμίζει γιαπωνέζικο σινεμά (…) ο πολιτικός συμβολισμός της ταινίας είναι και το μόνο ίσως σκοτεινό σημείο ενός φιλμ που θα παινούσαμε ανεπιφύλακτα αν είχε περιοριστεί να δείξει το κακό και την κάθαρση χωρίς κομματικές δικαιώσεις.
ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ (Ροζίτα Σώκου), 7-10-1983
(…) οι καταστάσεις όσο και οι χαρακτήρες μοιάζουν περισσότερο να έχουν βγει από το αμερικάνικο σινεμά ενός Σαμ Πέκινπα ή ενός Ρόμπερτ Ώλντριτς. Βέβαια το μεγάλο ατού της ταινίας είναι η ατμόσφαιρα που δημιουργεί ο σκηνοθέτης (μια ατμόσφαιρα βουτηγμένη σ’ ένα ερωτισμό) και ο ρυθμός που δίνει στην όλη εξέλιξη της ιστορίας, ένας ρυθμός που κρατάει το ενδιαφέρον του θεατή ως το τέλος της ταινίας.
ΕΞΟΡΜΗΣΗ (Νίκος Φωκάς), 8-10-1983
Το φιλμ είναι οργανωμένο σ’ ένα είδος αλληγορικού σχήματος. Μιλάμε για μια κατεδαφισμένη οικογένεια που ζώντας μέσα στα αυτοκίνητα, αντανακλά την κοινωνική πραγματικότητα των Ελλήνων λούμπεν (…) Το φιλμ χειροκροτήθηκε θερμότατα από το πλήθος των θεατών της απογευματινής παράστασης, ενώ ο σκηνοθέτης του Γιώργος Σταμπουλόπουλος, εξήγησε τους λόγους για τους οποίους αρνήθηκε την κουβέντα. Είπε ότι η ταινία τον εκφράζει απόλυτα, πιστεύει ότι θα λειτουργήσει σε σχέση με το κοινό της και πως ως εκ τούτου δεν χρειάζεται παραπάνω εξηγήσεις ή διευκρινίσεις.
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ (Β.Χ.), 6-10-1983
‘‘Προσοχή κίνδυνος’’: Η απωθητική λειτουργία της βίας (τίτλος της κριτικής).
…(ο σκηνοθέτης) έστησε μια ατμόσφαιρα εφιαλτική σε υπερθετικό βαθμό σε τέτοιο μάλιστα σημείο, ώστε να αφαιρεί από τον θεατή την δυνατότητα να παρακολουθήσει, να παρασυρθεί από κάποια ανοδική πορεία, προς την τελική λύση. Η βία, το αίμα και η ηθική διάλυση πήραν τέτοιες διαστάσεις, ώστε κατάντησαν πρωταγωνιστές της ταινίας, αφαιρώντας αυτόν το ρόλο από τους ίδιους τους χαρακτήρες. Εκείνο που φάνηκε λίγο ακατανόητο είναι το γιατί ο σκηνοθέτης-που σε σχέση με την προηγούμενη ταινία του φαίνεται να κάνει ένα τεράστιο άλμα στον τομέα των μέσων του-χρησιμοποίησε όχι μόνο συσσωρευμένη βαρβαρότητα για να πει αυτό που ήθελε αλλά και αυτή την κάπως παλιά αισθητική της γραφής του που διαφαίνεται.
ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΓΝΩΜΗ (Κώστας Πάρλας), 7-10-1983
Η ταινία “Προσοχή κίνδυνος” γοήτευσε το κοινό για τη σκηνοθεσία της, το λιτό σενάριο (που θύμιζε γνωστά έργα τρόμου-ιδιαίτερα “Το εξοχικό σπίτι του τρόμου”), την ερμηνεία των ηθοποιών και το άψογο μοντάζ (…) Η Κατερίνα Ραζέλου, με μια άγρια ομορφιά και ένα πολύ φυσικό παίξιμο, έπεισε στο ρόλο της, όπως κι ο Ανδρέας Βάϊος ο “χαζός” γιός (…)
ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ, 7-10-1983
Παρά το απωθητικό της θέμα, η ταινία είναι ένα καλογυρισμένο δράμα με στοιχεία θρίλερ, φτιαγμένο από έναν σκηνοθέτη, που κατέχει καλά τα μυστικά του επαγγέλματός του. Ο Σταμπουλόπουλος δημιουργεί από το πρώτο κιόλας λεπτό μια ένταση που κλιμακώνεται σταδιακά για να κορυφωθεί κάθετα στο φινάλε.
ΕΘΝΟΣ (Γιώργος Χρυσοβιτσάνος), 7-10-1983
Ιδιαίτερα εκδηλωτικό ήταν και χθες το απόγευμα το κοινό του θεάτρου της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, χειροκροτώντας την ταινία “Προσοχή κίνδυνος” του Γιώργου Σταμπουλόπουλου, αλλά και τον ίδιο τον δημιουργό που είπε ότι δεν επιθυμούσε να γίνει συζήτηση με τους θεατές στο τέλος της προβολής, γιατί όσα ήθελε να πει τα είπε στην ταινία του (…) Και πράγματι ο Σταμπουλόπουλος “είπε” πολλά με την ταινία του διάρκειας 108 λεπτών, καταπιανόμενος με ευαίσθητα στοιχεία της ελληνικής ζωής, κατορθώνοντας να “συγκολλήσει” τα κοινωνιολογικά και ψυχογραφικά στοιχεία του σεναρίου με τις πολιτικές προεκτάσεις της μεταπολεμικής πραγματικότητας στην Ελλάδα, έστω κι αν ορισμένα σημεία θα μπορούσαν να ελεγχθούν ως “υπερβολικά” στο συγκεκριμένο χρόνο αναφοράς.
ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, 6-10-1983
Από την προβολή στις αίθουσες
Ο σκηνοθέτης Γιώργος Σταμπουλόπουλος, που εφέτος μας δίνει την τρίτη ταινία του μεγάλου μήκους “Προσοχή κίνδυνος” και που διακρίθηκε στο φετινό Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης έχει προχωρήσει με σταθερά βήματα από τότε, που στην ταραγμένη εποχή πριν τη δικτατορία γύρισε την πρώτη του ταινία “Ανοιχτή επιστολή”, μια ταινία πραγματικά χωρίς καμιά παραχώρηση πουθενά.
Έτσι τώρα αντιμετωπίζουμε ένα πραγματικά ώριμο στη δουλειά του σκηνοθέτη, που πετυχαίνει την ανάγλυφη αλλά και εσωτερική αναγραφή των χαρακτήρων και των καταστάσεων. Ο Γ. Σταμπουλόπουλος ξέρει να στήνει και να αναπτύσσει σωστά και ζωντανά το μύθο του. Το σενάριο που το έχει γράψει ο ίδιος με λιτό και καθημερινό διάλογο έχει μερικές κακές στιγμές, που θα μπορούσε να τις είχε αποφύγει.
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ (Ν. Φ. Μικελίδης), 13-1-1984
Η τέλεια τεχνική, η ατμοσφαιρική φωτογραφία και η προσπάθεια των ηθοποιών όσο κι αν αποτελούν θετικά στοιχεία για το τελικό αποτέλεσμα μιας ταινίας δεν μπορούν να τη διασώσουν όταν το σενάριό της είναι υπερβολικό και αδικαιολόγητα εξεζητημένο. Αυτό συμβαίνει με την ταινία του Γ. Σταμπουλόπουλου “Προσοχή κίνδυνος” …
Η ΒΡΑΔΥΝΗ (Νέστορας Μάτσας), 13-1-1984
Μια πολύ ενδιαφέρουσα-για το θέμα της, τον προβληματισμό της και την τεχνική της αρτιότητα-ταινία του Γιώργου Σταμπουλόπουλου (…) Ταινία γυρισμένη με νεύρο το “Προσοχή κίνδυνος” έχει σασπένς, ρυθμό, ατμόσφαιρα, τεχνική τελειότητα-θα κέρδιζε ίσως περισσότερο αν το σενάριο ήταν πυκνότερο. Η ταινία δεν αναλύει τα κοινωνικά φαινόμενα. Θίγει όμως καίρια θέματα του καιρού μας και του τόπου μας, όπου η “ιθαγενής” βία υπό την επήρεια και της άλλης της ξενικής της εισαγόμενης, μεταλλάσσεται σε τρόπο επιβιώσεως…
ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ (Βαγγέλης Λεκάκος), 13-1-1984
Τη βία στην πιο απωθητική της μορφή για τον ελληνικό κινηματογράφο μας γνώρισε φέτος στη Θεσσαλονίκη ο Γιώργος Σταμπουλόπουλος, δημιουργός των ταινιών “Ανοιχτή επιστολή” και “Και ξανά προς τη δόξα τραβά”. Και έφτιαξε ένα άγριο, πρωτόγονο θρίλερ, που κερδίζει μεν με την κινηματογραφική του μορφή, το γοργό του ρυθμό και μια παράξενη ατμόσφαιρα ερωτισμού, όμως δεν κατορθώνει να ενσωματωθεί θεματικά μέσα στο χώρο που κινείται και χάνει την επαφή του με την πραγματικότητα.
ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΗ (Νώντας Μανωλίτσης), 12-1-1984
Φυσικό ήταν-αν και δεν το θεωρώ στα υπέρ του συνόλου-μια τέτοια θεματική να απαιτήσει από τον σκηνοθέτη (που σε σχέση με την προηγούμενη ταινία του έκανε ένα τεράστιο άλμα στον τομέα του ελέγχου των μέσων του) και μια έντονα εξπρεσιονιστική γραφή, που περιέχει στοιχεία μιας αφύσικης υπερδραματοποίησης της ερμηνείας και κάποιας απλοϊκότητας (…) Με δυο λόγια, θα μπορούσε να πει κανείς ότι το κύριο συμπέρασμα είναι ότι πέρα από οποιεσδήποτε αντιρρήσεις, ο σκηνοθέτης δεν επιχείρησε να κλείσει πονηρά το μάτι στον θεατή παριστάνοντας “άλλα αντί άλλων”, αλλά έκανε συνειδητά μια ζοφερή τραγωδία υπέρμετρης βίας, με μια ευθύτητα που πρέπει να καταγραφεί στα θετικά του. Και το τελευταίο: Προσωπικά πιστεύω ότι ο Γ. Σταμπουλόπουλος με πολλή περίσκεψη και πολλή δουλειά, μπορεί να φτάσει σε σημαντικά θετικό αποτέλεσμα επαγγελματικής απόδοσης.
ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΓΝΩΜΗ (Κώστας Πάρλας), 14-1-1984
Θύελλα αντιδράσεων ξεσήκωσε στο τελευταίο Φεστιβάλ της Θεσσαλονίκης η ταινία του Γιώργου Σταμπουλόπουλου, που ωστόσο απέσπασε αρκετά βραβεία. Οι αντιδράσεις ήταν για το θέμα της. Είναι δυνατόν να συμβαίνουν τέτοια σημεία και τέρατα στην ελληνική επαρχία, όπως μας δείχνει η ταινία; (…) Πέρα από τις όποιες σεναριακές της αυθαιρεσίες η ταινία του Σταμπουλόπουλου είναι ένα εξαίρετο θρίλερ, μια πραγματική επαγγελματική δουλειά όπου το σκηνοθετικό ταλέντο του δημιουργού της είναι διάχυτο από το πρώτο μέχρι και το τελευταίο της πλάνο, από τη γοργή ανέλιξή της, από την έντονα υποβλητική ατμόσφαιρά της και κυρίως από τις θαυμάσιες ερμηνείες των πρωταγωνιστών της Τίτου Βανδή (πήρε και το βραβείο πρώτου ανδρικού ρόλου) και Κατερίνας Ραζέλου.
ΑΥΡΙΑΝΗ (Ζήσης Τσιριγκούλης), 16-1-1984
Η ταινία που συγκέντρωσε ορισμένα βραβεία στο φετινό Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης χαρακτηρίζεται από ένα υψηλό τεχνικό επίπεδο, που διακρίνει τις περισσότερες πρόσφατες ελληνικές παραγωγές. Όμως πέρα από την τεχνική αρτιότητα έχει και άλλες αρετές: γοργό ρυθμό, σκηνές δράσης γυρισμένες με νεύρο, σασπένς και πολύ καλές ερμηνείες (ξεχωρίζει ο Ανδρέας Βάϊος στο ρόλο του ηλίθιου γιού). Η αντίρρησή μας βρίσκεται στην υπερβολή του κεντρικού χαρακτήρα καθώς και στην προσθήκη ορισμένων πολιτικών προεκτάσεων, που αποδυναμώνουν ένα θρίλερ που θα μπορούσε να ήταν υποδειγματικό, αν περιοριζόταν σ’ ένα πρώτο επίπεδο δράσης.
ΕΘΝΟΣ (Γιώργος Χρυσοβιτσάνος), 13-1-1984
Το φιλμ με ασυνήθιστα πυκνή γοργότητα, ένταση που φτάνει την αγριότητα, κολασμένη ατμόσφαιρα γεμάτη ερωτισμό και βιαιότητα, ζωντανεύει έναν κόσμο εξαθλιωμένων ανθρώπων που κινούνται σ’ ένα χώρο κοινωνικού περιθωρίου, όπου πολλές από τις πληγές της μεταπολεμικής Ελλάδας συνθέτουν μαζί με τα προσωπικά πάθη έναν εφιαλτικό περίγυρο.
ΤΗΛΕΡΑΜΑ (Ίων Νταϊφάς), 13-1-1984
Με δυναμική σκηνοθεσία και στέρεη, γραμμική αφήγηση ο Γ. Σταμπουλόπουλος (“Ανοιχτή επιστολή” – “Και ξανά προς τη δόξα τραβά”) έρχεται να θυμίσει τα κοινωνικά θρίλερ της “αμαρτωλής” (για τον ελληνικό κινηματογράφο, τουλάχιστον) δεκαετίας του ’60, διατηρώντας ταυτόχρονα μ’ επιμέλεια την ψευδαίσθηση πως πρόκειται για μια μοντέρνα ταινία.
Αυτό που σίγουρα καταφέρνει είναι να επαναφέρει τα αιμοσταγή φαντάσματα του παρελθόντος στις οθόνες, αφού, σε μια αποθέωση της μέχρι αφέλειας σχηματικότητας, το κεντρικό πρόσωπο του μύθου συγκεντρώνει πάνω του όλη την κακοδαιμονία της νεοελληνικής πραγματικότητας.
Το φιλμ, τολμηρό, βίαιο, αυτάρκες και αδρό, μοιάζει στους διαλόγους του ελληνικού σινεμά: είναι, δηλαδή, “βγαλμένο απ’ τη ζωή”, οι εικόνες (προσπαθούν – και συχνά καταφέρνουν) να είναι πειστικές, χωρίς η αιμομιξία ή η διογκωμένη βία να σοκάρουν (η τελευταία μάλιστα, έτσι αθροιστική όπως είναι, φαντάζει απόλυτα φυσική). Ο “κακός” Βανδής, έτσι έκθετος, κερδίζει τελικά τη συμπάθεια του θεατή, τα όρια ανάμεσα στην καταγγελία και την εικονογράφηση συγχέονται, όπως οι σχέσεις του θύτη με τα θύματα κι ο πραγματικός κίνδυνος προβάλλει εκεί που ο ρεαλισμός προσφέρει τις υπηρεσίες του στη δημιουργία ενός ομοιώματος της επαρχίας, παραμορφώνοντας την πραγματικότητα.
Πέρα από τις αδυναμίες της ταινίας, οι τεχνικές της αρετές θα ήταν άδικο να μην υπογραμμιστούν, ενώ το λιγότερο “περίεργο” ήταν το κόψιμο του διαφημιστικού φιλμ της ταινίας από τα δύο τηλεοπτικά κανάλια, τη στιγμή μάλιστα που η ίδια ταινία στέλνεται να προβληθεί στο φεστιβάλ του Βερολίνου.
ΕΒΔΟΜΑΔΑ (Ανδρέας Τύρος), 15-1-1984
Το σενάριο κι οι χαρακτήρες στην ταινία αυτή του Σταμπουλόπουλου μοιάζουν να βγήκαν περισσότερο από μια αμερικάνικη ταινία του Σαμ Πέκινπα παρά από την ελληνική πραγματικότητα και το στιλ που χρησιμοποιεί ο σκηνοθέτης (με όλο το νεύρο στο ρυθμό, τον ερωτισμό και την ατμόσφαιρα αλλά-φιλμ-νουάρ αλλά και το κλίμα της ωμότητας που κυριαρχεί) βγαίνει κατευθείαν από τις ταινίες του αμερικάνικου θρίλερ, όπως αυτό αναπτύχθηκε από τον Ώλντριτς και τόσους άλλους σκηνοθέτες.
ΑΘΗΝΟΡΑΜΑ (Ν. Φ. Μικελίδης), 19-1-1984
Μια αξιόλογη και επαγγελματικά άρτια δημιουργία είναι αυτή η ταινία του Γιώργου Σταμπουλόπουλου, που τιμήθηκε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης με βραβεία ερμηνείας για τον Τίτο Βανδή και Ανδρέα Βάϊο, μουσικής για τον Χριστόδουλο Χάλαρη, μοντάζ για τον Αριστείδη Καρύδη-Φούκς, όπως και με κρατικό βραβείο του υπουργείου Πολιτισμού (…) Ο Σταμπουλόπουλος αντιπαρατάσσει τους ηθοποιούς του με δύναμη και ωμότητα, ενώ τα γενικά πλάνα του (…) έχουν μιαν σημαντική εκφραστική ένταση.
Σίγουρα, ο καλύτερος ελληνικός κινηματογράφος μπορεί να προσφέρει στον θεατή ουσία, ποιότητα και ψυχαγωγία.
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ (Γιάννης Μπακογιαννόπουλος), 18-1-1984
Η ελληνική επαρχία, υπό το κράτος του καλπάζοντος εξευρωπαϊσμού μας, φαίνεται να ξεχνάει τα πατροπαράδοτα ήθη και έθιμα, καθόλου όμως δεν έχει μεταβάλει τη βία τα πάθη και τα προσωπικά δράματα που την κυριαρχούν. Αυτό φαίνεται να υποστηρίζει ο Γιώργος Σταμπουλόπουλος στην ταινία του “Προσοχή κίνδυνος”, που άφησε πολύ καλές εντυπώσεις στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης (…) Το φαινόμενο της βίας, όμως, δεν είναι άσχετο με την πολιτική ιστορία της Ελλάδας, που την έθρεψε (…) Η βία ανάμεσα στα μέλη της ίδιας της οικογένειας, τα πρωτόγονα ανεξέλεγκτα ένστικτα, οι αιμομικτικές σχέσεις που δεν παρουσιάζονται σαν απλές νύξεις, δίνουν στην ταινία μια δύναμη ντοκουμέντου για πράγματα που δεν έχει μιλήσει μέχρι σήμερα η ελληνική Τέχνη. Ίσως αυτά που λέγονται στην ταινία να ενόχλησαν τους γραφειοκράτες της ΕΡΤ που έκοψαν το διαφημιστικό της στην τηλεόραση. Φαίνεται πως ακόμα και σήμερα φοβόμαστε να βάλουμε το δάχτυλο στις πληγές. Και πολύ περισσότερο φοβούνται κάποιοι κύριοι στην ΕΡΤ, που η ευωχία του υπαλληλισμού τους συναγωνίζεται την ευθυνοφοβία τους. Ο Σταμπουλόπουλος εξ άλλου έχει μια ιστορία απαγορεύσεων. Δύο σενάρια και δύο τηλεοπτικά κομμένα κατά τη διάρκεια της χούντας, αλλά και της προηγούμενης κυβέρνησης. Τώρα, η Τηλεόραση της αλλαγής απαγορεύει το διαφημιστικό της ταινίας. Ουδέν περαιτέρω…
ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ (Λευτέρης Κυπραίος), 13-1-1984